OPINIONS

Ούτε δούλα, ούτε κυρά. Το Ευρωβαρόμετρο ξεμπροστιάζει και πάλι τα ελληνικά στερεότυπα

AP Photo/Petros Giannakouris

Στη γωνία Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου υπάρχει μια πολυκατοικία με εκτυφλωτικά λαμπερούς τοίχους. Κι αυτό, γιατί οι ιδιοκτήτες φροντίζουν τακτικά να καθαρίζουν τον - άπλετο - χώρο για συνθήματα, βάφοντας σχεδόν κάθε μήνα εκείνο το κομμάτι της που προσφέρεται για όσους αγαπούν να αποτυπώνουν με σπρέι τις απόψεις τους στον αστικό ιστό. Μετά το τελευταίο σβήσιμο μιας φράσης που προέκυψε συνδυαστικά, όταν κάποιος έγραψε ένα σύνθημα για τον πόλεμο και τον θάνατο και κάποιος άλλος συμπλήρωσε τη φράση Death of a Ladies Man (μετά τον θάνατο του Leonard Cohen), εμφανίστηκε η φράση, γραμμένη με φωτεινό κόκκινο spray, «Ούτε δούλα, ούτε κυρά, πάντα φεμινίστρια και ANTIFA».

Πριν λίγες ημέρες δόθηκε στη δημοσιότητα μια ακόμα έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, στην οποία παρουσιάστηκαν στοιχεία σχετικά με την ισότητα των φύλων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια από τις φράσεις που διατυπώθηκαν στους συμμετέχοντες στην έρευνα για να εκφράσουν το κατά πόσο συμφωνούν με το περιεχόμενό της είναι η παρακάτω: «Ο πιο σημαντικός ρόλος για μια γυναίκα είναι να φροντίζει το σπίτι της και την οικογένειά της». Οι Έλληνες και Ελληνίδες που συμμετείχαν στην έρευνα απάντησαν σε ποσοστό 69% ότι συμφωνούν με αυτή τη φράση, συνεισφέροντας έτσι στα στοιχεία της έρευνας το υψηλότερο ποσοστό ανάμεσα στις χώρες της δυτικής Ευρώπης (το «δυτικής» με την έννοια ότι αυτές οι χώρες δεν είχαν ποτέ κομουνιστικό καθεστώς, με την εξαίρεση της Γερμανίας, που αποτελεί έτσι κι αλλιώς ιδιάζουσα περίπτωση).

Σημειώνεται ότι ο μέσος όρος των συμμετεχόντων από όλες τις χώρες που συμφώνησε με τη φράση αυτή ανέρχεται στο 44%, με την Ελλάδα να ξεπερνούν μόνο χώρες όπως η η Βουλγαρία (81%), η Ουγγαρία (78%), η Πολωνία (77%), καθώς και διάφορες άλλες χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ.

Τι σημαίνει, λοιπόν, αυτό το αποτέλεσμα; Ότι ρωτήσαμε 100 Έλληνες και Ελληνίδες και οι 69 από αυτούς και αυτές συμφώνησαν με το ότι είναι σημαντικότερο για μια γυναίκα: (α) το να φροντίζει το σπίτι της, (β) το να φροντίζει την οικογένειά της – ει δυνατόν και συνδυαστικά. Τι δεν είναι σημαντικό, εξ αντιδιαστολής με βάση τη φράση αυτή; Μια γυναίκα να εργάζεται, να ασχολείται μόνο με την καριέρα της, να μη θέλει «να ανοίξει σπίτι(δηλαδή να παντρευτεί ή και να γίνει μητέρα) και εν γένει να κάνει αυτό που θέλει, χωρίς να της έχει επιβληθεί από την κοινωνία και τις κυρίαρχες αντιλήψεις της.

Για να ερμηνευτούν κατά το δυνατόν αντικειμενικά τα ως άνω ποσοστά, πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας και τις απαντήσεις που δόθηκαν σε μια άλλη φράση και συγκεκριμένα στην παρακάτω: «Ο πιο σημαντικός ρόλος ενός άνδρα είναι να βγάζει λεφτά». Έλληνες και Ελληνίδες, λοιπόν, που απάντησαν στην έρευνα αυτή συμφώνησαν σε ποσοστό 65% με τη φράση αυτή, με τους Βούλγαρους και τις Βουλγάρες να προηγούνται με ποσοστό 81% και τους Σουηδούς και Σουηδές να βρίσκονται (όπως και για την πρώτη φράση) στο άλλο άκρο, του 10%.

Από τον συνδυασμό αυτών των απαντήσεων καταλαβαίνουμε για ακόμα μια φορά ότι το στερεότυπο του άντρα – κουβαλητή και της γυναίκας – νοικοκυράς – μάνας στοιχειώνει τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, η οποία έτσι κι αλλιώς εξαιτίας διαφόρων αδυναμιών της (εγγενών και στο διηνεκές καλλιεργούμενων), αδυνατεί να απομακρύνει από την καρδιά της τα όποια στερεότυπα εξυπηρετούν τη συντήρηση των παγιωμένων εδώ και πολλές δεκαετίες αντιλήψεων για τον ρόλο των φύλων.

Είναι κακό δηλαδή μια γυναίκα να μένει στο σπίτι να φροντίζει την οικογένειά της; Σαφέστατα και όχι, αρκεί να μη θεωρείται από την κοινωνία μόνον αυτό ως το «ορθό», το πρέπον, το άξιο λόγου και διαιώνισης. Είναι κακό για έναν άντρα να εργάζεται και να συνεισφέρει οικονομικά στο σπίτι του; Σαφέστατα και όχι, απλά είναι τουλάχιστον αστείο να θεωρούμε το 2018 ότι η λέξη «κουβαλητής» διαθέτει φύλο για λόγους πέραν της συλλογικής στατιστικών στοιχείων που είναι απαραίτητα για ορισμένους δημόσιους φορείς – και κυρίως για να προσδιορίζουν σε εκθέσεις και μελέτες τους ποιο φύλο πλήττει κυρίως η ανεργία.

Γιατί λοιπόν συμβαίνει αυτό; Για τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, δεν μπορούμε να εκφέρουμε ασφαλή συμπεράσματα, καταρχάς διότι δεν είμαστε ειδικευμένοι μελετητές τους και κατά δεύτερον διότι τα πρώην καθεστώτα τους, παρότι δούλευαν σε όλους τους τομείς με την επίφαση της ισότητας, λειτουργούσαν κατά βάση σεξιστικά – όπως και σε βάρος κάθε διαφορετικότητας. Για τις χώρες που έπονται της Ελλάδας στα ποσοστά αυτά, δηλαδή π.χ. για την Ιταλία και την Πορτογαλία, μπορούμε να ρίξουμε την ευθύνη και στην τεράστια επιρροή του καθολικισμού στην καθημερινότητά τους (θυμίζοντας χαρακτηριστικά ότι το εν λόγω δόγμα δεν αποδέχεται ούτε το διαζύγιο).

Τι φταίει, λοιπόν, και η Ελλάδα παρουσιάζει αυτά τα αποτελέσματα; Το ερώτημα είναι πολυσύνθετο και δεν επιδέχεται μόνο μιας απάντησης. Μερικές σκέψεις, όμως, που μπορούν να μας δώσουν μια εικόνα των λόγων για τους οποίους αυτό το στερεότυπο κυριαρχεί σήμερα στη χώρα μας, είναι οι εξής:

Μια μεγάλη μερίδα του ελληνικού πληθυσμού δεν έχει αποδεχτεί το γεγονός ότι μια γυναίκα μπορεί να υποστηρίζει μόνη της οικονομικά τον εαυτό της (ή και άλλα μέλη της οικογένειάς της), να κάνει τις επιλογές της με τη δική της ελευθερία και να μην υπακούει στα «πρέπει» της κοινωνίας (που έρχονται απευθείας από πολλές δεκαετίες πριν). Η ίδια μερίδα δεν μπορεί να «χωνέψει» ότι μια γυναίκα μπορεί να εκφέρει δημόσια την άποψή της – και αυτή να έχει την ίδια σημασία με τη δική της – να συμμετέχει ισότιμα στα κοινά με τον μέσο άντρα, να διαθέτει το σώμα της όπως θέλει, να βλέπει μπάλα, να παίζει μπάλα, να οδηγεί αυτοκίνητο, μηχανάκι, ελικόπτερο, να μην δέχεται να της κάνουν catcalling. Με δυο λόγια, να μην αφήνει τον καθημερινό σεξισμό να μπαίνει εμπόδιο στην καθημερινότητά της. Και, δυστυχώς, σε αυτή τη μερίδα του πληθυσμού, που αποτελείται κυρίως από άντρες, υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό γυναικών (ελπίζουμε πολύ πιο μεγάλης ηλικίας), που δεν μπορούν, για λόγους ανασφάλειας (ή και βολέματος) που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά μαζί με το στερεότυπο του άντρα κουβαλητή, να αποδεχτούν ότι είναι απολύτως ok το να λαμβάνεις τις ίδιες αποδοχές με τον σύζυγό σου χωρίς εκείνος να αισθάνεται το δίχως άλλο μειονεκτικά απέναντί σου.

Πώς «ταΐζεται», λοιπόν, το στερεότυπο; Με την καθημερινή υποβάθμιση του ρόλου της γυναίκας σε παράγοντα κατανάλωσης ή φορέα προβολής τρόπων κατανάλωσης, αλλά και με τον υπερτονισμό σε κάθε ενδιαφέρουσα γυναικεία ιστορία που φτάνει στον τύπο ότι μια γυναίκα π.χ. επιχειρηματίας ή επιστήμονας καταφέρνει να συνδυάζει τη δουλειά της με τη μητρότητα.

 Όλοι γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι αυτό, για πάμπολλους λόγους, που ανάγονται ιδίως στη διαχρονική έλλειψη σοβαρής κοινωνικής πολιτικής εκ μέρους της πολιτείας. Όπως κι αν έχει όμως, χωρίς να ισοπεδώνουμε τα πάντα, η λέξη «γυναίκα» φέρει ακόμα και σήμερα (και θα εξακολουθήσει να φέρει) μια αρνητική χροιά σε καθημερινά ζητήματα που ρυθμίζονται ή ορίζονται σε επίπεδο ατζέντας (κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής) κυρίως από άντρες. Και τώρα που γράφονται αυτές οι λέξεις, πολλοί ίσως σκεφτούν τη φράση «πώς γράφεις έτσι, γιατί βγάζεις τέτοια γλώσσα – είσαι και γυναίκα».

Είμαι γυναίκα και κουβαλήτρια (sic) ταυτόχρονα, κι ίσως αύριο γίνω και μητέρα. Σέβομαι τους άντρες που έχουν “κουβαλήσει” σπίτι μου για να μεγαλώσω και να γίνω αυτό που είμαι σήμερα και θα τους ευχαριστώ για πάντα γι’ αυτό. Το ίδιο όμως έκαναν στο σπίτι μου και για το σπίτι μου γυναίκες που συνεισέφεραν οικονομικά για τον ίδιο λόγο και που δεν έπαψαν να νοιάζονται για το σπίτι και την οικογένειά τους, χωρίς να είναι ούτε δούλες, ούτε κυρές, παρά αυθύπαρκτες προσωπικότητες, φεμινίστριες που δεν μισούν τους άντρες – όπως εσφαλμένα ορίζεται για τον μέσο Έλληνα αυτή η λέξη – αλλά που θέλουν να στέκονται ισότιμα απέναντί τους, γιατί μόνο έτσι μπορεί να πάει μπροστά η ζωή όλων μας.

ΥΓ. Την ώρα που ολοκλήρωνα το παρόν άρθρο, το πιο πάνω σύνθημα είχε σβηστεί ξανά. Φεύγοντας, όμως, από το γραφείο, το είδα γραμμένο αλλού. Το βασικότερο είναι πως, πλέον, έχει γραφτεί στην ψυχή μας. Κι όσοι και όσες θέλουμε, θα μπορέσουμε να το κάνουμε πραγματικότητα.

 

Κεντρική φωτογραφία: AP Photo/Petros Giannakouris