OPINIONS

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια πριγκίπισσα που ήθελε να σωθεί μόνη της

Έκτοτε, οι ιστορίες αυτές κυκλοφορούν ελαφρά παραλλαγμένες, σε βιβλία, ταινίες, σειρές και θεατρικά έργα, με προσαρμογές μόνο στις λεπτομέρειές τους, που, συνήθως, δεν επηρεάζουν την πλοκή τους.

Έλα μωρέ, παραμύθι είναι

“Μια φορά κι έναν καιρό”, λοιπόν, από τη μία ήταν η Χιονάτη, η Ωραία Κοιμωμένη και η Πεντάμορφη και από την άλλη κάποιος όμορφος τύπος με το προσωνύμιο “ο Πρίγκιπας” – εκτός από την περίπτωση της τελευταίας, όπου αρχικά o τύπος αυτός ήταν Τέρας. Όσο μεγαλώναμε και ερχόμασταν σε επαφή με τα κλασικά αυτά παραμύθια, σε οποιαδήποτε μορφή κι αν τα γνωρίζαμε, δεν μας περνούσε από το μυαλό ότι μπορούσε να υπάρχει οτιδήποτε μεμπτό σε μια μυθοπλασία για παιδιά, ιδίως αν το τέλος της μας άφηνε με ένα λαμπρό χαμόγελο, μιας και, συνήθως, η ηρωίδα παντρευόταν τον ήρωα και “ζούσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα”. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσουμε ότι τα κλασικά παραμύθια, όπως διαμορφώθηκαν από άποψης κειμένου σε προηγούμενες δεκαετίες είναι, σε μεγάλο βαθμό, ακατάλληλα για τα παιδιά. Η ακαταλληλότητα αυτή διαθέτει δυο σκέλη. Το πρώτο είναι τα – αναίτια – τρομακτικά στοιχεία τους, που υποτίθεται πως διαθέτουν διδακτικό χαρακτήρα. Το δεύτερο και βασικότερο είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορούν να διαμορφώσουν στις παιδικές συνειδήσεις το φύλο και τη θέση του στη σύγχρονη κοινωνία.

O βασικός τρόπος με τον οποίο λειτουργούν τα παραμύθια στη συνείδηση των παιδιών εντοπίζεται πρωτίστως στους συμβολισμούς τους. Αφήνοντας στην άκρη οποιοδήποτε λαογραφικό ή άλλο χαριτωμένο (και, κυρίως, άκακο) στοιχείο, αν αναζητήσουμε τους συμβολισμούς ενός μέσου κλασικού παραμυθιού, όπως τουλάχιστον είθισται να αποδίδεται ακόμα και σήμερα, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενό του όχι μόνο παρουσιάζει μια οπισθοδρομική αντίληψη για τη γυναίκα και τον καθημερινό της ρόλο, αλλά και ότι, πέραν αυτού, καλλιεργεί επί της ουσίας την κουλτούρα του βιασμού, μέσα από τον μισογυνισμό, κεκαλυμμένο και μη, καθώς και μέσα από την εξίσωση της γυναίκας με το απλό αντικείμενο του ανδρικού πόθου.

Τα δομικά στοιχεία που καλλιεργούν τον σεξισμό

Πώς ξεκινάει το μέσο παραμύθι; Με μια πριγκίπισσα ή με κάποια που, μάλλον, θα ήθελε να γίνει και μάλιστα σύντομα. Η κουλτούρα της πριγκίπισσας, του ξεχωριστού κοριτσιού που δεν μοιάζει με τα άλλα, δεν είναι από μόνη της βλαβερή για ένα παιδί. Το γεγονός, όμως, ότι μόλις ο κόσμος της αρχίσει να γκρεμίζεται χρειάζεται οπωσδήποτε έναν πρίγκιπα ή, έστω, έναν ιππότη για να τη σώσει, είναι το πρώτο βήμα στην καλλιέργεια του σεξισμού μέσα από μια φανταστική ιστορία. Η πρωταγωνίστρια, λοιπόν, οφείλει να διαχειριστεί την ατυχία της με στωικότητα και χωρίς ιδιαίτερη πρωτοβουλία – εκτός αν αυτή εντοπίζεται στο να σκουπίζει και να σφουγγαρίζει ένα σπίτι όπου κατοικούν επτά άντρες. (συνήθως κοντοί) Πολλές φορές δε, η ατυχία αυτή προέρχεται από μια άλλη γυναίκα, τη μητριά της ιστορίας ή την κακιά μάγισσα, η οποία δεν μπορεί να αποδεχθεί τον εαυτό της (ηλικιακά, εμφανισιακά, κ.λπ.) και έτσι ξεσπά στην πρωταγωνίστρια, την οποία πάντα ζηλεύει επειδή είναι πιο νέα και πιο όμορφη (και όχι π.χ. πιο επιτυχημένη στα επαγγελματικά της, διότι από αυτά δεν έχει).

 

Καθώς το παραμύθι συνεχίζεται και η ιστορία προχωράει, η πρωταγωνίστρια περνά των παθών της τον τάραχο και απλώς κάνει υπομονή ή μαθαίνει να προσαρμόζεται στις εκάστοτε νέες συνθήκες. Αυτό από μόνο του μπορεί να διδάξει σε ένα παιδί την αξία της υπομονής, όμως συνήθως η εν λόγω υπομονή μετατρέπεται σε απλή παραίτηση που υποδηλώνει την, ακόμα απλούστερη, έλλειψη προσωπικότητας. Ώσπου έρχεται, επιτέλους, η ώρα της διάσωσης. Εκεί συμβαίνει και το μεγάλο σεξιστικό γλέντι. Πώς θα σωθεί, λοιπόν, η πριγκίπισσα και μαζί της όλος ο παραμυθένιος κόσμος;

Ένας πρώτος τρόπος είναι η “γλυκιά” απαγωγή, όπως αυτή, για παράδειγμα, έχει αποτυπωθεί στο αρχικό παραμύθι της Χιονάτης. Ο πρίγκιπας βλέπει την ηρωίδα μέσα στο φέρετρό της και ζητά από τους νάνους να την πάρει στο σπίτι του, γιατί του αρέσει εμφανισιακά. Φυσικά και είναι απολύτως ανατριχιαστικό ότι ζητά να πάρει στο σπίτι του μια όμορφη νεκρή, όμως όταν συνειδητοποιούμε ότι εκείνη ζει ακόμα, όλο αυτό γίνεται χειρότερο. Την είδε, του άρεσε και την πήρε σπίτι του, διότι αυτός είναι ο Πρίγκιπας, ο άντρας με τα προνόμια που μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Το δε γεγονός ότι εκείνη τον ερωτεύτηκε μετά το ξύπνημά της δεν αναιρεί το ότι εκείνος έχει διαπράξει την απαγωγή της, χωρίς τη θέλησή της και μόνο με τη συγκατάθεση άλλων επτά ανδρών.

Ο δεύτερος τρόπος, είναι το φιλί. “Τι κακό μπορεί να έχει ένα φιλί”; Όταν δίνεται σε μια γυναίκα που δεν σε έχει δει ποτέ και που δεν έχει συναινέσει σε αυτό, καθώς κοιμάται και δεν διαθέτει συνείδηση, το φιλί δεν μπορεί να έχει τίποτα καλό, καθώς λειτουργεί σε επίπεδο συνείδησης ως μια “αθώα κίνηση στοργής και αγάπης” που στην πραγματικότητα εξισώνεται με τη σεξουαλική επίθεση.

Η ενδοοικογενειακή βία και το σύνδρομο του “καλού παιδιού”

Μέσα στην πληθώρα των παραμυθιών που κλείνουν τις ιστορίες τους με την παρέμβαση του Πρίγκιπα ή του Ιππότη ή του Κυνηγού ή “του οποιουδήποτε δυνατού άνδρα που έρχεται να σώσει την παρτίδα”, υπάρχει και η ιδιάζουσα περίπτωση της Πεντάμορφης και του Τέρατος. Μιλάμε, φυσικά, για το κλασικό παραμύθι όπως διαμορφώθηκε από την Gabrielle de Villeneuve μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν και όχι για την επικαιροποιημένη βερσιόν της Disney, όπου έγιναν αρκετές δομικές αλλαγές στην πλοκή και τους χαρακτήρες.

Στο κλασικό γαλλικό παραμύθι, το Τέρας κρατά αιχμάλωτο τον πατέρα της Πεντάμορφης και στη συνέχεια εκείνη προσφέρεται να τον αντικαταστήσει (άγνωστο γιατί, πέραν του ότι είναι μια καλή κόρη που πρέπει να θυσιαστεί για τους άλλους). Το Τέρας τής συμπεριφέρεται με τρόπο ανάλογο του ονόματός του, αλλά εκείνη κάνει υπομονή και προσπαθεί να τον αλλάξει. Στο τέλος εκείνη τον σώζει “με την αγάπη και την υπομονή της”, με την ιστορία να αποδεικνύει ότι “ήταν καλό παιδί τελικά”, απλά μια κακιά μάγισσα τον είχε καταραστεί λόγω της μετεφηβικής έπαρσής του και τον είχε μετατρέψει σε ένα κακότροπο κτήνος. Η συμπεριφορά του Τέρατος συμβολίζει την ενδοοικογενειακή βία και τη συνακόλουθη σιωπή της θυματοποίησης της γυναίκας μέσα σε αυτήν, που λειτουργεί συνήθως υπό το πρίσμα της “κρυμμένης καλής ψυχής” του θύτη, ο οποίος παίζει ακριβώς αυτό το παιχνίδι για να διαιωνίζει την κατάσταση που έχει προκαλέσει. Συνεπώς, και τη μία φορά που η ηρωίδα είναι αυτή που θα σώσει κάποιον ή κάτι, πάλι εκείνη αποτελεί το κρυμμένο θύμα της υπόθεσης.

Μπορεί, λοιπόν, να κάνει τόση ζημιά σε μια παιδική συνείδηση ένα κλασικό παραμύθι; Σαφέστατα και μπορεί, ανάλογα με το βαθμό εντυπωσιασμού του και σε συνάρτηση με τα υπόλοιπα λογοτεχνικά και άλλα ερεθίσματα που μπορεί να δεχθεί ένα παιδί. Η μια ανάγνωση ίσως να μην καλλιεργήσει από μόνη της τον σεξισμό, όμως η επαναληπτικότητα σίγουρα μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε αυτόν. Τα κλασικά παραμύθια διαθέτουν διαχρονικά στοιχεία που μπορούν να κρατηθούν, οι στρεβλώσεις τους, όμως, πρέπει να αντικατασταθούν από τις σύγχρονες αντιλήψεις. Όπως η Disney άλλαξε την Πεντάμορφη ή δημιούργησε την Elsa και την Anna, έτσι κι αυτές οι κλασικές ιστορίες μπορούν να ξαναγραφτούν. Κι όσο περιμένουμε τους συγγραφείς ή σεναριογράφους που θα καταπιαστούν με αυτές, μπορούμε να αφηγηθούμε σε ένα παιδί μια άλλη ιστορία, με συμβολισμούς που δεν διαιωνίζουν την ανισότητα και τον σεξισμό.